Άρθρο του Έκτωρ-Ξαβιέ Δελαστίκ για το Περιοδικό Αναιρέσεις – Τεύχος 22, Φθινόπωρο 2013
Βρισκόμαστε στο 2013-14, όπου συμπληρώνονται 40 χρόνια από την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο. Επίσης όμως είναι χρονιά συμπλήρωσης 40 χρόνων από το πραξικόπημα στην Κύπρο το οποίο ενορχηστρώθηκε από τη Χούντα ώστε να δώσει την αφορμή στις Τουρκικές δυνάμεις να επέμβουν. Είναι η συμπλήρωση ακριβώς 50 χρόνων από τις συγκρούσεις μεταξύ ελληνοκυπρίων και της τουρκικής μειονότητας οι οποίες δημιούργησαν το έδαφος πάνω στο οποίο κινήθηκε η προετοιμασία της εισβολής την επόμενη δεκαετία. Είναι η συμπλήρωση σχεδόν 55 χρόνων από την υπογραφή της «προδοτικής» όπως έμεινε στην ιστορία Συμφωνίας της Ζυρίχης, η οποία έφτιαξε τη βάση για όλες τις επόμενες εξελίξεις. Πενήντα πέντε χρόνων από την υπογραφή της «μυστικής συμφωνίας» από τον Καραμανλή η οποία εξηγεί τη στάση της ελληνικής αστικής τάξης και διπλωματίας στην όλη υπόθεση.
Ακολουθήστε μας λοιπόν σε ένα ταξίδι στο χρόνο (και λίγο στο χώρο) ώστε να παρακολουθήσουμε βήμα-βήμα τις σημαντικότερες στιγμές στη ζωή της Κύπρου ως αυθύπαρκτο κράτος. Στη χρονομηχανή και φύγαμε.
Πρώτος μας σταθμός είναι η ιστορική περίοδος η οποία βρίσκει λήξη στην πενταετία 1955-59: η περίοδος της Αγγλοκρατίας. Μετά την περίοδο της Τουρκοκρατίας (η οποία εξηγεί την ύπαρξη της τουρκοκυπριακής μειονότητας), η Κύπρος πέρασε στην κυριαρχία της Αγγλίας ως άλλη μια από τις πολλές αποικίες της. Η σημασία αυτής της περιόδου βρίσκεται στο κοινό χαρακτηριστικό όλων των χωρών που υπήρξαν ποτέ αγγλικές αποικίες: με την αποχώρησή της δημιούργησε, με μια σειρά διαβολικά εφευρετικούς τρόπους, καταστάσεις οι οποίες οδηγούσαν σε μακροχρόνιους εμφυλίους πολέμους, αναγορεύοντας την Αγγλία σε «εγγυητή» της σταθερότητας με διάφορους τρόπους και της επέτρεπαν να συνεχίσει να έχει λόγο σε κάθε πολιτικό δρώμενο στις χώρες αυτές.
Χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι οι συρράξεις μεταξύ Πακιστάν και Ινδίας γι αμφισβητούμενες περιοχές στα σύνορα, οι αιματηρότατοι πόλεμοι μεταξύ φυλών στα σύνορα Ρουάντας και Ουγκάντας τα οποία χαράχτηκαν με κριτήριο το να εξασφαλίσουν μακροχρόνιες συρράξεις και φυσικά η Κύπρος, όπως θα εξετάσουμε παρακάτω.
Η περίοδος της Αγγλοκρατίας λήγει με τον απελευθερωτικό αγώνα του 1955-59, ο οποίος εντασσόμενος στην εποχή της αποαποικιοποίησης φαίνεται εκ πρώτης όψεως να βρίσκει μια δικαίωση στην έναρξη διαπραγματεύσεων για τη δημιουργία αυτόνομου κυπριακού κράτους.
Φτάνουμε τώρα στο δεύτερό μας σταθμό, ο οποίος είναι η 11η Φεβρουαρίου 1959 και πηγαίνουμε στη Ζυρίχη της Ελβετίας. Βρισκόμαστε στην υπογραφή της «Συνθήκης της Ζυρίχης», μεταξύ του πρωθυπουργού της Ελλάδας Κ. Καραμανλή και του Τούρκου πρωθυπουργού Αντνάν Μεντερές, η οποία αποτέλεσε τη βάση πάνω στην οποία θα δημιουργούνταν το κυπριακό κράτος. Τη συμφωνία αυτή είχαν υπαγορεύσει με το νι και με το σίγμα οι Βρετανοί κι οι Αμερικανοί, οπότε και προέβλεπε ένα μοντέλο δημοκρατίας με τρομερά δομικά προβλήματα, τα οποία θα δούμε στη συνέχεια γιατί περιλήφθηκαν.
Αν είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί και δε μας πάρει κανείς είδηση, θα γίνουμε μάρτυρες υπογραφής άλλης μιας συμφωνίας. Μιας «μυστικής» συμφωνίας, υπό την έννοια ότι η υπογραφή και το κείμενό της διέρρευσε αρκετά χρόνια αργότερα. Ας σκύψουμε πάνω από τον ώμο των δύο πρωθυπουργών να δούμε δυο αποσπάσματα από τα πρώτα δύο άρθρα της:
Άρθρο 1: «Η Ελλάς και η Τουρκία θα υποστηρίξουν την είσοδον την Δημοκρατίας της Κύπρου εις το ΝΑΤΟ»
Άρθρο 2: «Συμφωνήθη μεταξύ των δύο πρωθυπουργών […] όπως τεθούν εκτός νόμου το κομμουνιστικόν κόμμα και η κομμουνιστική δράσις»
Εδώ βρίσκουμε και την εξήγηση για τη στάση της ελληνικής ηγεσίας στο ζήτημα της Κύπρου εκείνη την περίοδο. Το κυριότερο ζήτημα για την αστική τάξη των μεγάλων δυνάμεων της εποχής ήταν η αντιμετώπιση κάθε εστίας «κομμουνιστικής δράσης», οπότε κι η δημιουργία μιας «συμμαχίας» μεταξύ ελληνικής και τουρκικής αστικής τάξης σε αυτή τη βάση ήταν αρκετά σημαντική ώστε να οδηγηθούν σε αυτές τις συμφωνίες και τις όποιες παραχωρήσεις.
Αυτή τη φορά δε θα χρειαστούμε χρονομηχανή, αλλά ένα ταξίδι στο Λονδίνο, όπου τη 19η Φεβρουαρίου 1959 συνέρχεται η Πενταμερής Διάσκεψη με συμμετοχή των ηγετών της Βρετανίας, Τουρκίας, Ελλάδας (οι τρεις «εγγυήτριες δυνάμεις»), του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου ως εκπροσώπου των Ελληνοκυπρίων και του Φαζίλ Κιουτσούκ ως εκπροσώπου των Τουρκοκυπρίων. Υπογράφεται η «Συμφωνία του Λονδίνου», η οποία ολοκληρώνει και συγκεκριμενοποιεί τη Συνθήκη της Ζυρίχης.
Με αυτές τις δύο συνθήκες ολοκληρώνεται η δημιουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μιας θνησιγενούς δημοκρατίας, υπό την εξής έννοια: με το πρόσχημα της «προστασίας» της Τουρκοκυπριακής μειονότητας, δημιουργείται ένα μοντέλο διακυβέρνησης το οποίο κρατάει όσο το δυνατόν περισσότερο ξεχωριστές μεταξύ τους τις δύο κοινότητες, με αποτέλεσμα ένα «κράτος – ομοσπονδία δύο μερών» το οποίο δυσλειτουργούσε σε κάθε σχεδόν απόφαση.
Για να δούμε μια από τις πιο δραματικές στιγμές που δημιούργησε αυτή η θνησιγένεια, ξαναπαίρνουμε τη χρονομηχανή μας και πηγαίνουμε στις 30 Νοεμβρίου του 1963, στην Κύπρο. Μετά από παρότρυνση του Βρετανού ύπατου αρμοστή σερ Άρθουρ Κλαρκ, ο πρόεδρος της δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος διαβιβάζει στον αντιπρόεδρο Φαζίλ Κιουτσούκ 13 σημεία γι αναθεώρηση του Συντάγματος τα οποία αφορούσαν την κατάργηση του καθεστώτος «δύο χωριστά κράτη σε ένα» που είχαν επιβάλει οι Βρετανοί κι οι Αμερικανοί. Επί ένα εικοσαήμερο υπάρχει ένα μπαράζ διπλωματικών επαφών κι ανακοινώσεων με τις οποίες η Τουρκία επεμβαίνει στα εσωτερικά της Κύπρου, απορρίπτοντας η ίδια τις προτάσεις. Το βράδυ 20-21 Δεκεμβρίου ξεκινούν επεισόδια στη Λευκωσία μεταξύ Ελληνοκυπρίων-Τουρκοκυπρίων τα οποία εξελίσσονται τις επόμενες μέρες σε ένοπλες συγκρούσεις και στην εμφάνιση τουρκικών πολεμικών σκαφών κοντά στο νησί και την επέμβαση βρετανικών τεθωρακισμένων την 26η Δεκεμβρίου. Την 29η Δεκεμβρίου υπογράφεται συμφωνία κατάπαυσης των εχθροπραξιών, με την οποία η Κύπρος χωρίζεται σ’ ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή από την «πράσινη γραμμή».
Έχοντας θέσει αυτές τις βάσεις για να έχουμε μια εικόνα για την κατάσταση στην Κύπρο, θα φανούμε γενναιόδωροι με τη χρονομηχανή μας, πηγαίνοντας κατ’ ευθείαν στο 1970, ώστε να παρακολουθήσουμε χρονιά-χρονιά την εξέλιξη της τελευταίας φάσης της προετοιμασίας της εισβολής στην Κύπρο. Στο 1970 πρέπει να σημειώσουμε τη δράση της οργάνωσης – πολιτικού χαμαιλέοντα «Εθνικό Μέτωπο» (πρωτοεμφανίζεται με προκύρηξή της την 21η Μαρτίου 1969), η οποία έχοντας αποκτήσει βαρύ εξοπλισμό, προέβη σε μια σειρά ενέργειες αποσταθεροποίησης. Πραγματικός καθοδηγητής της ήταν όπως αποδείχτηκε η ΚΥΠ του ελληνικού δικτατορικού καθεστώτος και το 2ο Γραφείο του Γενικού Επιτελείου της Εθνοφρουράς, δηλαδή των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Κύπρο (επίσης, όταν συνελήφθησαν αποκαλύφθηκε ότι συμμετείχε το 70% της αστυνομίας της Λεμεσού). Το κλίμα που προετοίμαζε αποσκοπούσε στην πολιτική δολοφονία του Μακάριου, ώστε να δημιουργηθεί το κλίμα αστάθειας που θα επέτρεπε εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο. Μετά από μια σειρά αποτυχημένων προσπαθειών, την 8η Μαρτίου 1970 γίνεται η σοβαρότερη απόπειρα, η οποία από τύχη αποτυγχάνει. Τις ίδιες μέρες, τουρκικές εφημερίδες ανέφεραν ως «θέμα χρόνου» την απόβαση στην Κύπρο.
Την ημέρα της απόπειρας, το γερμανικό περιοδικό «Σπίγκελ» αποκαλύπτει την ύπαρξη σχεδίου της ελληνικής Χούντας για τη δημιουργία πραξικοπήματος στην Κύπρο, με την ονομασία «Ερμής», το οποίο θα κατέληγε σε διαχωρισμό της Κύπρου σε Ελληνοκυπριακό και Τουρκοκυπριακό κομμάτι και την προσάρτηση του πρώτου στην Ελλάδα.
Περνάμε στο 1972, όπου η οργάνωση του στρατηγού Γρίβα, ονόματι «ΕΟΚΑ β’», κινείται με σαφή τρόπο σε προετοιμασία πραξικοπήματος με κλοπή όπλων και πυρομαχικών. Με τη δράση του δρομολογούσε σχέδιο προσάρτησης τμήματος της Κύπρου στην Ελλάδα, αυτόνομων Τουρκοκυπριακών περιοχών και παραχώρηση στρατιωτικής βάσης 400 τετραγωνικών χιλιομέτρων στην Τουρκία. Η Χούντα στήριζε με σαφή τρόπο μια τέτοια εξέλιξη, με σωρεία δημοσιευμάτων που έφτιαχναν κλίμα για τον «κομμουνιστικό κίνδυνο» που αντιμετώπιζε η Κύπρος με την πορεία που είχε. Για την αντιμετώπιση τέτοιου ενδεχομένου, η Σοβιετική Ένωση συμφωνεί να εξοπλίσει σώμα υπό τον έλεγχο του Μακάριου με περίπου 287 τόνους πυρομαχικών, φορτίο το οποίο πυροδοτεί μια μικρή διεθνή κρίση στην περιοχή.
Το 1973, η Χούντα ενθαρρύνει το Γρίβα να προχωρήσει σε πραξικόπημα, και η ΕΟΚΑ β’ περνά (μετά τις προεδρικές εκλογές στις οποίες ο Γρίβας δεν πήρε μέρος για να μην ηττηθεί πολιτικά) από τα σαμποτάζ στις πολιτικές δολοφονίες και την ένοπλη δράση. Την 9η Αυγούστου του 1973 ο υπαρχηγός του Γρίβα, Σταύρος Σταύρου, συλλαμβάνεται έχοντας στην κατοχή του έγγραφο που περιγράφει το «σχέδιο Απόλλων»: ανατροπή του Μακαρίου από την ΕΟΚΑ β’ και την ελεγχόμενη από τη Χούντα Εθνική Φρουρά, την 20η Ιουλίου 1973.
Φτάνουμε στο 1974, την πιο μαύρη χρονιά. Παρά το θάνατο του Γρίβα, οι προσπάθειες και η χρηματοδότηση της Χούντας κρατούν ζωντανή την ΕΟΚΑ β’, ενώ στις επιθέσεις της αρχίζουν να συμμετέχουν απροκάλυπτα μέλη της Εθνικής Φρουράς. Καταγγέλλεται η εμπλοκή της Χούντας στις απόπειρες πραξικοπήματος και στη σύσταση της ΕΟΚΑ β’, η οποία φτάνει σε επίσημη ρήξη με τη Χούντα. Αποφασίζεται η μείωση της στρατιωτικής θητείας, ώστε να απολυθούν αρκετοί στρατιώτες της Εθνικής Φρουράς και να αποδυναμωθεί. Πριν γίνει η απόλυση, τη 15η Ιουλίου 1974, φτάνει στο 2ο Γραφείο της Εθνικής Φρουράς στην Κύπρο μήνυμα από το ελληνικό Πεντάγωνο, το οποίο δίνει το πράσινο φως για την εφαρμογή του σχεδίου «Αφροδίτη 3». Το πραξικόπημα ξεκινά με το χάραμα, με επίθεση στο προεδρικό μέγαρο.
Άνοιξε πλέον ο δρόμος για το σχέδιο «Αττίλας 1», για τη νύχτα της 19ης προς 20η Ιουλίου 1974. Αξιοποιώντας το καθεστώς «εγγυητριών δυνάμεων» που έχουμε προαναφέρει, με πρόσχημα την αποκατάσταση της «ισορροπίας των δυνάμεων», αποπειρώμενη να σταματήσει το σχέδιο ένωσης μεγάλου μέρους της Κύπρου με την Ελλάδα εν τη γενέσει του, η Τουρκία πραγματοποιεί απόβαση στην Κύπρο. Αφήνουμε εκτός της εξιστόρησής μας στρατιωτικές λεπτομέρειες της απόβασης.
Μετά από ένα γύρο άκαρπων διαπραγματεύσεων, τη 14η Αυγούστου 1974, ξεκινά ο «Αττίλας 2», νέα προέλαση των στρατευμάτων ώστε να μεγιστοποιήσουν την έκταση του εδάφους που θ’ αποσπώνταν. Ολοκληρώνεται στις 16 Αυγούστου.
Πολιτικά, η χουντική ηγεσία συνειδητοποιεί πως οι προετοιμασίες της για πραξικόπημα κατά παραγγελία των Βρετανών και Αμερικανών δεν ήταν παρά η προετοιμασία παράδοσης σημαντικού μέρους της Κύπρου στο τουρκικό κράτος, το οποίο θεωρούν σημαντικότερο γεωστρατηγικό σύμμαχο στην περιοχή.
36.4% του εδάφους κατειλημμένο στρατιωτικά. Χιλιάδες νεκροί και σχεδόν διακόσιες χιλιάδες πρόσφυγες. Άλλη μια θυσία στο βωμό της ανακατάταξης συνόρων και σφαιρών επιρροής, σφυρηλάτησης συμμαχιών και ανάπτυξης στρατιωτικών βάσεων. Άλλη μια μέρα σαν πολλές άλλες στην ιστορία του διεθνούς Καπιταλισμού.
Έκτοτε, συνεχής είναι η διελκυστίνδα για την αναγνώριση του Τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους, του οποίου η ύπαρξη επιβλήθηκε με τη δύναμη των όπλων και την αγωνιώδη εξυπηρέτηση της Χούντας. Από το σχέδιο Ανάν μέχρι τις πιέσεις για τις οικονομικές ζώνες στις συμφωνίες του κυπριακού κράτους με το Ισραήλ, ο μόνος κοινός παρονομαστής είναι η συνεχής προσπάθεια για τη νομιμοποίηση της απόβασης.
Ο μόνος κοινός παρονομαστής είναι η κατάπνιξη της ιστορικής μνήμης στο βούρκο αλληλοεξυπηρετήσεων και ανταγωνισμών μεταξύ των οικονομικών παραγόντων, των σφαιρών επιρροής τους και των κυβερνήσεων που αυτοί επηρεάζουν.
Στην Κύπρο είδαμε από κοντά πώς αυτό μεταφράζεται σε ανθρώπινους όρους. Χρήσιμα τα ταξίδια στο χρόνο, δε συμφωνείτε;