Γράφει ο Γιώργος Αντωνίου στο Περιοδικό «Αναιρέσεις» | Τεύχος 39
Οι έριδες, οι ανταγωνισμοί και οι πόλεμοι δεν αποτελούν παγωμένες εικόνες της Ιστορίας, αλλά ζωντανά στοιχεία του παρόντος. Το κεφάλαιο «ήρθε στον κόσμο από την κορφή έως τα νύχια στο αίμα», έγραφε ο Μαρξ. Στον κόσμο του κεφαλαίου, δεν υπάρχει ειρήνη. Στη σημερινή εποχή δίπλα στην τραγωδία του συμβατικού πολέμου, αναδύονται μια σειρά από νέες μορφές συγκρούσεων, και αντιμαχιών. Έτσι προκύπτει εύλογα η απορία· πώς είναι ο πόλεμος στον 21ο αιώνα; με ποια νέα μέσα συνοδεύεται;
Η επιστημονικο-τεχνική αναβάθμιση των καπιταλιστικών κρατών, μετά τη δεκαετία του 1970, ενέτεινε τις διαμάχες τόσο για την εμπορευματική αξιοποίηση της πληροφορίας, των λογισμικών και των ψηφιακών πλατφορμών, όσο και για τον πολιτικό τους έλεγχο. Ως εκ τούτου, το πεδίο του κυβερνοχώρου συμπλέκεται με τον πόλεμο, σήμερα περισσότερο από ποτέ, και αποτελεί πεδίο μάχης και ηγεμονίας αντιμαχόμενων μερών.
Ο χαοτικός και παρανοϊκός κόσμος των εμπορευματικών και πολεμικών ψηφίων
Οι κυβερνοεπιθέσεις αποτελούν κανονικότητα τις τελευταίες δεκαετίες και αφορούν από χτυπήματα και αποδιοργάνωση κρίσιμων υποδομών (ή/και ολόκληρων τομέων), μέχρι και τον έλεγχο σημαντικών πόρων. Σήμερα, η οργάνωση, η διακυβέρνηση, η συνολική δομή και οι λειτουργίες των κρατών βασίζονται ολοένα και περισσότερο στους υπολογιστές και στα δίκτυα. Επομένως, η διείσδυση σε αυτά για κατασκοπεία και απόσπαση πληροφοριών, καθώς και η επιδίωξη ζημιών ή διακοπών της λειτουργίας τους, αποδεικνύονται εξίσου κρίσιμα πολεμικά εργαλεία με τα συμβατικά όπλα (προφανώς ανάλογα με το μέγεθος και το φάσμα, την ένταση και την έκταση κάθε σύγκρουσης).
Πολλά κράτη σε όλο τον κόσμο έχουν στη διάθεση τους ειδικούς στρατούς χάκερ που διεξάγουν επιχειρήσεις στον κυβερνοχώρο, ενώ η ΕΕ, με το νέο δόγμα Στρατηγική Πυξίδα, αυξάνει και τις τακτικές ασκήσεις στον κυβερνοχώρο στο όνομα της αντιμετώπισης της «τρομοκρατίας».
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, σχετικό με τον ανταγωνισμό ΗΠΑ-Κίνας για την παγκόσμια ηγεμονία, είναι το σκάνδαλο με την αλυσίδα ξενοδοχείων Marriot International, το 2018, απ’ όπου κλάπηκαν τα προσωπικά δεδομένα 500 εκατομμυρίων πελατών της εταιρείας από χάκερς που, σύμφωνα με δυτικά μέσα, συνδέονταν με το υπουργείο κρατικής ασφάλειας της Κίνας. Άλλο γνωστό παράδειγμα, είναι η κυβερνοεπίθεση των ΗΠΑ, το 2019, στο σύστημα υπολογιστών που έλεγχε τους πυραύλους και τους εκτοξευτές πυραύλων του Ιράν, ως αντίποινο στην κατάρριψη drone και στις επιθέσεις σε πετρελαιοφόρα των ΗΠΑ.
Η εμπλοκή του κυβερνοχώρου και στον πόλεμο στην Ουκρανία είναι ξεκάθαρη. Ήδη από το 2015, με αφορμή τον πόλεμο στο Ντονμπάς, πραγματοποιήθηκε μια πολύ επιτυχής κυβερνοεπίθεση, πιθανότατα ρωσική, που απενεργοποίησε το ηλεκτρικό δίκτυο της Ουκρανίας, αφήνοντας για πολλές ώρες 230.000 χρήστες χωρίς ρεύμα. Σήμερα, με τον εν εξελίξει ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, βλέπουμε έναν πρωτοφανή συνδυασμό πληροφοριακών/κυβερνοεπιθέσεων εκατέρωθεν, με τη Δύση να έχει επιστρατεύσει χιλιάδες χάκερς για τη διατάραξη, το μπλοκάρισμα και τον αποκλεισμό των ρωσικών δικτύων.
Ο πληροφοριακός/ψυχολογικός πόλεμος αποτελεί με τη σειρά του αναπόσπαστο εργαλείο στον στίβο της πολιτικής επικράτησης. Τα καπιταλιστικά κράτη ή μπλοκ μέσω των ΜΜΕ, υπονομεύουν διαρκώς το προφίλ των αντιπάλων τους μέσω παραπληροφόρησης και προπαγάνδας (συχνά καμπανιακού τύπου), στοχεύοντας στη χειραγώγηση ή σύγχυση της κοινής γνώμης, αλλά και γενικότερα την ιδεολογικοπολιτική/συμπεριφορική της διαμόρφωσης με τη βοήθεια των big data. Μέσω αυτού του πολέμου, επιδιώκεται η απόκτηση «πληροφοριακού πλεονεκτήματος», με στόχο τον εκβιασμό ή και τη χειραγώγηση του αντιπάλου, με στοχευμένες διαρροές πληροφοριών, για να οδηγηθεί σε ενέργειες που κατ’ εκτίμηση θα λειτουργήσουν εις βάρος του. Ενδεικτικό παράδειγμα φαίνεται να υπήρξε το μπαράζ πληροφοριακών επιθέσεων των ΗΠΑ εναντίον της Ρωσίας, γύρω από την πιθανή ημερομηνία της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, καθώς, όπως φάνηκε στις δηλώσεις του ΝΑΤΟ μετά την εισβολή, πιθανότατα οι ΗΠΑ να επιθυμούσαν αυτή την εξέλιξη.
Ταυτόχρονα, με τη διαρκή εξέλιξη των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνίας οι στρατοί μπορούν να διασυνδέουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τις επιχειρήσεις τους στον κυβερνοχώρο και τον «φυσικό» χώρο μάχης με τον «δικτυοκεντρικό πόλεμο» και το C4ISR, καθώς αφορούν συνολικά διοίκηση, έλεγχο, επικοινωνίες, υπολογιστές, πληροφορίες, επιτήρηση και αναγνώριση κ.α. Σε αυτήν την κατηγορία εντάσσονται και οι περίφημες κατανεμημένες επιθέσεις άρνησης εξυπηρέτησης (DDoS attacks) που μπλοκάρουν τη λειτουργία ενός ιστότοπου φορτώνοντας τον με μπαράζ ψεύτικων κλήσεων-αιτήσεων.
Το Κεφάλαιο παλεύει διαρκώς με τον πολυπρόσωπο εαυτό του…
Στην κατεξοχήν εποχή της καπιταλιστικής διεθνοποίησης, μέσω και της γενικευμένης ψηφιοποίησης και διασυνδεσιμότητας όλων των πτυχών της κοινωνικής ζωής, της διόγκωσης της παγκόσμιας αγοράς και του χρηματοπιστωτικού συστήματος, έχουμε αναπόφευκτα ποικίλους βαθμούς οικονομικής αλληλεξάρτησης των χωρών. Φυσικά, αυτή η πραγματικότητα δεν είναι αρμονική, αντίθετα συνοδεύεται από ολοένα και μεγαλύτερους τριγμούς, εντάσεις και συγκρούσεις, ιδιαίτερα από το 2008 μέχρι σήμερα. Οι οικονομικές κυρώσεις ανάμεσα στα ανταγωνιστικά στρατόπεδα του κεφαλαίου αποτελούν πλέον κανονικότητα. Χρησιμοποιούνται μια σειρά από «όπλα» όπως το εμπάργκο εμπορίου που θέτει ασφυκτικά όρια σε μια χώρα για το τι μπορεί να αγοράσει και να πουλήσει (βλ. Εμπάργκο ΗΠΑ σε Κούβα, Βενεζουέλα, Ιράν), περιορισμοί στη ροή κεφαλαίου με επιβολή ορίων στην προσβασιμότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών (βλ. αποκλεισμός Ρωσικών τραπεζών, Βενεζουέλα) κ.α.
Στην περίπτωση του ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας αναδεικνύεται όλη ή συνθετότητα και αντιφατικότητα μιας πολυεθνικής διεθνοποιημένης οικονομίας. Όταν η μια απ’ αυτές χρησιμοποιεί την τεχνολογία/τεχνογνωσία της άλλης για αντίθετους πολιτικοοικονομικούς στόχους, προκύπτει αναπόφευκτα μια διαμάχη για την πνευματική ιδιοκτησία, με αποτέλεσμα τις εκατέρωθεν απειλές για εξαγωγικούς ελέγχους και ποινές. Χαρακτηριστικοί είναι οι εκβιασμοί των ΗΠΑ στην Κίνα να μη στείλουν στη Ρωσία ημιαγωγούς που κατασκευάστηκαν με αμερικανική τεχνολογία.
Στον οικονομικό πόλεμο, αναδεικνύεται εμφανώς το ενεργειακό ζήτημα σε μείζον, με σημερινό επίκεντρο τους αγωγούς και υγροποιημένο φυσικό αέριο. Όταν το δυτικό στρατόπεδο υλοποιεί αποφασιστικά τον συνολικό αποκλεισμό της Ρωσίας από τις δυτικές αγορές, για να μπορέσει πριν απ’ όλα να «αυτονομηθεί» ενεργειακά, αυτό μας δείχνει τη σημασία των οικονομικών θεμάτων στο πολεμικό περιβάλλον. Έτσι, τα οικονομικά συναντούν τα συμβατικά πολεμικά μέσα, που με τη σειρά τους αυξάνονται ραγδαία και μεταφέρονται αποφασιστικά, πλέον, στο ευρωπαϊκό έδαφος.
Από την εξίσωση, δε μπορεί να παραλειφθεί η βαθιά διαπλοκή των πολεμικών βιομηχανιών και του στρατού με τις τράπεζες, και τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Ο πόλεμος δεν είναι απλώς μια κακή εξέλιξη, αντίθετα αποτελεί πεδίο κερδοφορίας. Οι ΗΠΑ αποτελούν ξανά την παγκόσμια πρωτοπορία: Μεγάλο μέρος του ΑΕΠ της αμερικανικής οικονομίας προέρχεται από τον στρατό, και οι πόλεμοι που διεξήγαγαν στις χώρες της Μέσης Ανατολής τα προηγούμενα χρόνια, συσχετίστηκαν στενά τόσο με το κυνήγι χρυσών κερδών από την πώληση όπλων, όσο και με την «οπλοποίηση» του δολαρίου για τη νομισματική του πρωτοκαθεδρία, πλεονέκτημα που έδινε στις ΗΠΑ και μεγαλύτερη πολιτική ισχύ.
Όμως, όσο το κεφάλαιο κερδοφορεί πάνω στην καταστροφή, όσο οπλοποιεί τα πεδία της καθημερινότητάς μας (δείτε πρόσφατα τις απαγορεύσεις Τσαϊκόφσκι), τόσο πιο έντονη γίνεται η ανάγκη μας να παλέψουμε για ζωή και ειρήνη!