Το χρονικό του πολέμου | Τι συνέβη μέχρι τη ρωσική εισβολή;

Γράφει ο Κώστας Μαγκλάρας στο Περιοδικό «Αναιρέσεις» | Τεύχος 39

Έχουν περάσει περισσότερο από δύο μήνες από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία στις 23 Φεβρουαρίου του 2022. Πρόκειται για μια ιμπεριαλιστική επέμβαση βάσει των συμφερόντων της ρωσικής αστικής τάξης και των διαχρονικών σχεδιασμών της, η οποία, όμως, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Αντίθετα, ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος αποτελεί συνέχεια της επικράτησης της ακροδεξιάς και του ουκρανικού εμφυλίου, μια δίχως επιστροφή κλιμάκωσή του, μια καταστροφική αποσυμπίεση της ουκρανικής κοινωνίας που για χρόνια ήταν ένα καζάνι που έβραζε.

Η Πορτοκαλί Επανάσταση

Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ το ‘92, βρήκε την -ανεξάρτητη πια- Ουκρανία αντικείμενο σκληρού ανταγωνισμού μεταξύ Δύσης και Ρωσίας για το σε ποια σφαίρα επιρροής θα ενσωματωθεί. Δώδεκα, μόλις, χρόνια μετά την ανεξαρτητοποίηση της Ουκρανίας από την ΕΣΣΔ, ο δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών μεταξύ του φιλορώσου Γιανουκόβιτς και του φιλοδυτικού Γιουστσένκο, πυροδότησε τον Νοέμβριο του 2004 την Πορτοκαλί Επανάσταση. Τότε, οπαδοί του Γιουστσένκο, ένα συνονθύλευμα φιλοδυτικών, νεοφιλελεύθερων, ακροδεξιών και νεοναζιστικών ρευμάτων, καθοδηγούμενοι και από ξένα κέντρα, διεκδικούσαν την ακύρωση του δεύτερου εκλογικού γύρου, κατηγορώντας τον Γιανουκόβιτς για νοθεία. Πράγματι, ο δεύτερος γύρος επαναλήφθηκε και νικητής αναδείχθηκε ο Β. Γιουστσένκο, επί προεδρίας του οποίου η Ουκρανία έφτασε λίγο πριν την ένταξη στην Ε.Ε. και την οργανική σύνδεση με τη Δύση. Ταυτόχρονα, πραγματοποιήθηκαν ιδεολογικοπολιτικές τομές όπως η ανάδειξη του συνεργάτη των ναζί Στεπάν Μπαντέρα σε εθνικό ήρωα και η πολεμική στο σοβιετικό παρελθόν της Ουκρανίας, παράλληλα με την καλλιέργεια ενός ιδιαίτερα σκληρού, αντι-ρωσικού, ουκρανικού εθνικισμού.

Το Μαϊντάν, ένας αγώνας ποδοσφαίρου και η σφαγή της Οδησσού

Το 2010, τον Γιουστσένκο διαδέχθηκε στην ουκρανική προεδρία ο Βίκτορ Γιανουκόβιτς, ο οποίος επιχείρησε να παγώσει την πρόσδεση της Ουκρανίας στη Δύση. Η ατζέντα αυτή, οδήγησε, την 21η Νοεμβρίου 2013, στην απόφαση της ουκρανικής Κυβέρνησης να τερματίσει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε.. Φυσικά, η Δύση δεν θα μπορούσε να επιτρέψει κάτι τέτοιο και συνεπώς, το αντιμετώπισε με τον τρόπο που ξέρει καλύτερα. Ξέσπασε ένα κίνημα στο Κίεβο, το οποίο συγκροτήθηκε σε στενή σύνδεση με ξένα κέντρα και κεντρικούς στόχους την επιστροφή της Ουκρανίας στην ευρωπαϊκή της πορεία και την πάταξη της διαφθοράς, ονομάστηκε «Ευρω-Μαϊντάν» ή απλώς «Μαϊντάν» (από το όνομα της ομώνυμης Πλατείας του Κιέβου που αποτέλεσε το κέντρο του). Το κίνημα εξαρχής είχε ακροδεξιά και νεοναζιστική ηγεμονία. Παράλληλα, σε αντίθεση με την Πορτοκαλί Επανάσταση, διέθετε και σαφή στρατιωτικό βραχίονα, ο οποίος απαρτίστηκε από μέλη ακροδεξιών – νεοναζιστικών ομάδων και κομμάτων, τα οποία για καιρό εκπαιδεύονταν στην Ουκρανία και το εξωτερικό για τέτοιου τύπου σενάρια. Οι διαδηλώσεις εξελίχθηκαν πολύ γρήγορα σε μάχες με την αστυνομία, καταλήψεις δημοσίων κτιρίων και αστυνομικών τμημάτων, απαλλοτρίωση του οπλισμού των δυνάμεων ασφαλείας, πογκρόμ κατά των αντιφρονούντων. Υπό την πίεση του Μαϊντάν, τρεις μήνες μετά, η Κυβέρνηση Γιανουκόβιτς κατέρρευσε∙ την διαδέχθηκε υπηρεσιακή, με πρόεδρο τον Τουρτσίνοφ, και με τη σειρά της έδωσε τη θέση της Κυβέρνηση του Πέτρο Ποροσένκο.

Στο μεταξύ, απέναντι τον ακροδεξιό – αντιρωσικό χαρακτήρα του Μαϊντάν, εμφανίστηκε αρκετά γρήγορα το «Αντι-Μαϊντάν», που συγκροτήθηκε από ρωσόφωνες, ριζοσπαστικές, αντιφασιστικές και κομμουνιστικές δυνάμεις, κυρίως στη νότια και ανατολική Ουκρανία (όπου βρισκόταν και ο μεγαλύτερος όγκος των υποστηρικτών του Γιανουκόβιτς και του ρωσόφωνου πληθυσμού). Το Αντι-Μαϊντάν αγκαλιάστηκε ιδιαίτερα ένθερμα από τον δημοκρατικό λαό της Οδησσού. Η συγκυρία, εντούτοις, δεν επέτρεπε να χτυπηθεί ανοιχτά το Αντι-Μαϊντάν. Στις 2 Μαΐου, όμως, ένας αγώνας ποδοσφαίρου μεταξύ της Τσερνομόρετς και της Μεταλλίστ Χαρκόβου, αποτέλεσε την αφορμή για να συγκεντρωθούν διακριτικά στην Οδησσό, μέσω των συνδέσμων της δεύτερης, περίπου εφτακόσιοι νεοναζί του Δεξιού Τομέα, οι οποίοι κατευθύνθηκαν προς το κέντρο του Αντί-Μαϊντάν στην πλατεία Κουλικόβο Πόλιε. Συγκρούστηκαν με τις δυνάμεις του Αντί-Μαϊντάν και τις απώθησαν στο Κτίριο των Συνδικάτων. Εκεί, ακολούθησαν αποτρόπαιες σκηνές χαραγμένες ανεξίτηλα στη συλλογική μνήμη: ξυλοδαρμοί μέχρι θανάτου, βιασμοί, απανθράκωση ανθρώπων μέσα στο κτίριο, πτώσεις ανθρώπων από τα μπαλκόνια για να γλιτώσουν από τις φλόγες και εκτέλεση στο πεζοδρόμιο όσων επιβίωναν, στραγγαλισμός εγκύου με το καλώδιο τηλεφώνου.  Ο τραγικός απολογισμός, οι 48 νεκροί και 247 τραυματίες.

Τόσο από την προσωρινή Κυβέρνηση του Τουρτσίνοφ όσο και των Ποροσένκο και Ζελένσκι που τον διαδέχθηκαν, ακολούθησε μια περίοδος λευκής τρομοκρατίας, η οποία διαρκεί έως και σήμερα. Κάθε προοδευτική, για τα δεδομένα του ουκρανικού κράτους, φωνή φιμώνεται, οργανώσεις και κόμματα αριστερής και κομμουνιστικής αναφοράς τίθενται εκτός νόμου, το λαϊκό και εργατικό κίνημα έχουν μπει στο στόχαστρο. Ταυτόχρονα, οι ανισότητες οξύνονται, με τους Ουκρανούς ολιγάρχες να γίνονται πλουσιότεροι στη διάρκεια της οκταετίας, σε βάρος της πλειοψηφίας του ουκρανικού λαού.

Ανατολικά…

Το ίδιο διάστημα, στα ανατολικά, όπου πρωταγωνιστεί το «Αντι-Μαϊντάν», οι εξελίξεις είναι εξίσου ραγδαίες. Στην Κριμαία ξεσπούν έντονες αντιδράσεις απέναντι στην προσωρινή Κυβέρνηση του Τουρτσίνοφ, οι οποίες εξελίσσονται στην διεξαγωγή δημοψηφίσματος στις 16 Μαρτίου 2014, όπου με ποσοστό 96,3% αποφασίστηκε η ανεξαρτητοποίηση της Δημοκρατίας της Κριμαίας από την Ουκρανία και η ένταξή της στη Ρωσική Ομοσπονδία. Σημαντικό ρόλο στη διαδικασία αυτή διαδραμάτισαν στελέχη των ρωσικών ειδικών δυνάμεων (που δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ επίσημα από τη Ρωσία), τα οποία ανέλαβαν την κατάληψη και φύλαξη στρατηγικών στόχων όπως τα εκλογικά κέντρα όπου διεξήχθη το δημοψήφισμα.

Αντίστοιχες εξελίξεις με σκληρές αντιδράσεις κατά της Κυβέρνησης του Κιέβου υπήρξαν και στην Ανατολική Ουκρανία και ειδικότερα στην Περιφέρεια του Ντονμπάς, όπου η πλειοψηφία των πληθυσμών είναι ρωσόφωνοι. Αποκορύφωμα ήταν η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας από την Ουκρανία και η σύσταση των Λαϊκών Δημοκρατιών (Λ.Δ.) του Ντονιέτσκ και του Λουγκάνσκ, στις οποίες κυριάρχησε ένας αντιφασιστικός χαρακτήρας. Μάλιστα, κατά τα πρώτα χρόνια ζωής τους εμφάνισαν κι ένα έντονο κομμουνιστικό στίγμα (φυσικά όχι χωρίς αντιφάσεις όπως π.χ. αναφορές στη «Μεγάλη Ρωσία») που εκφράστηκε μέσα από την υιοθέτηση αρχών εργατικής δημοκρατίας. Αυτό, όμως, σταδιακά εξέλιπε, καθώς η ρωσική ανάμειξη γινόταν πιο έντονη. Τότε, διάφοροι ηγέτες των Λ.Δ., κυρίως κομμουνιστές, όπως ο Αλεξέι Μοζγκοβόι, είτε καθαιρέθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες είτε δολοφονήθηκαν υπό ύποπτες συνθήκες.

Ο πόλεμος οχτώ χρόνων που ξέχασε η Δύση

Το Κίεβο ανακοίνωσε την έναρξη στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Ντονμπάς στις 15 Απριλίου 2014 και έκτοτε τα εδάφη του Ντονμπάς έγιναν το θέρετρο μιας από τις βιαιότερες συγκρούσεις που έχει γνωρίσει η Ευρώπη μετά τον Β’ΠΠ. Οι δυνάμεις των Λ.Δ. προσπάθησαν αρχικά να εκδιώξουν από το έδαφος του Ντονμπάς τις δυνάμεις του Κιέβου και μετά από τεράστιες και πολύνεκρες μάχες (όπως την 1η και 2η Μάχη για το Αεροδρόμιο του Ντονιέτσκ), τα σημεία επαφής εν πολλοίς σταθεροποιήθηκαν και ακολούθησε ένας παρατεταμένος πόλεμος φθοράς, χωρίς φυσικά να λείπουν οι βομβαρδισμοί κατοικημένων περιοχών, σε έναν πόλεμο που συνολικά κόστισε πάνω από 14.000 ανθρώπινες ζωές.

Υποτιθέμενη προσπάθεια για κατάπαυση πυρός και αποκλιμάκωση της κρίσης στην Ανατολική Ουκρανία αποτέλεσαν οι δύο συμφωνίες του Μινσκ. Η Μινσκ Ι που υπογράφηκε τον Σεπτέμβριο του 2014 από εκπροσώπους του ουκρανικού κράτους και των Λ.Δ., προέβλεπε κατάπαυση πυρός από την αιγίδα του ΟΑΣΕ, απόσυρση των ξένων μαχητών, ανταλλαγή αιχμαλώτων και ομήρων, αμνηστία για τους αυτονομιστές και υπόσχεση πως οι περιοχές των Λ.Δ. θα μπορούσαν να έχουν έναν βαθμό αυτοδιοίκησης. Γρήγορα, όμως, η συμφωνία ακυρώθηκε, με τα δύο μέρη να αλληλοκατηγορούνται για παραβίαση της κατάπαυσης πυρός, οδηγώντας τον Φεβρουάριο του 2015 στην υπογραφή από τα δύο μέρη της σύγκρουσης, της Μινσκ ΙΙ. Στις συνομιλίες συμμετείχαν οι ηγέτες της Ρωσίας, Ουκρανίας, Γερμανίας και Γαλλίας και το τελικό κείμενο προέβλεπε, μεταξύ άλλων, την απαγόρευση πτήσεων πολεμικών αεροσκαφών και βαρέως οπλισμού στη ζώνη ασφαλείας (συνολικά 30 χλμ), άμεση διμερής κατάπαυση πυρός και διασφάλιση της τελευταίας από τον ΟΑΣΕ, αυτοδιοίκηση και πρόωρες εκλογές στις Λ.Δ., μόνιμη παρακολούθηση των ουκρανο-ρωσικών συνόρων, απελευθέρωση των ομήρων και κρατουμένων και αμνηστία στους εμπλεκόμενους στις συγκρούσεις στις Λ.Δ., λήψη μέτρων για ανθρωπιστική βοήθεια και οικονομικής ανάκαμψης στο Ντονμπάς, απόσυρση παράνομων ένοπλων ομάδων και στρατιωτικού εξοπλισμού από το έδαφος της Ουκρανίας και ασφάλεια για τους συμμετέχοντες στις διαβουλεύσεις κ.ά. Η διαφωνία, εντούτοις, των μερών, αφενός ως προς την προτεραιότητα της αυτονόμησης των Λ.Δ. ή της κατάπαυσης πυρός και επαναφοράς των συνόρων και αφετέρου, για το είδος της αυτονομίας των Λ.Δ., οδήγησε σε νέες εχθροπραξίες, κατάρρευση και του Μινσκ ΙΙ και συνέχιση της σύγκρουσης.

Σημαντικό ρόλο στα πολεμικά μέτωπα αλλά και τις φρικαλεότητες που συντελέστηκαν στην Ανατολική Ουκρανία από το 2014, έπαιξαν οι διάφορες φασιστικές -εθνικιστικές -νεοναζιστικές οργανώσεις, κόμματα και ομάδες, οι οποίες σταδιακά αναγνωρίστηκαν επίσημα από το Κίεβο και ενσωματώθηκαν στο στρατιωτικό μηχανισμό του. Στις 13 Απριλίου 2014, με διάταγμα του Ουκρανού Υπουργού Εσωτερικών, άνοιξε επίσημα ο δρόμος για την ελεύθερη σύσταση παραστρατιωτικών ομάδων από πολίτες, κάποιες από τις οποίες, στη συνέχεια, αποτέλεσαν και επίσημους σχηματισμούς των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων. Μία από αυτές ήταν και το -πλέον πασίγνωστο- «Τάγμα Αζόφ» το οποίο ιδρύθηκε στις 5 Μαΐου 2014 στη Μαριούπολη, από ακροδεξιούς θύλακες της Μεταλλίστ Χαρκόβου (της ομάδας που προαναφέρθηκε) και άλλες νεοναζιστικές ομάδες. Στη συνέχεια, αναγνωρίστηκε από το ουκρανικό κράτος και αναβαθμίστηκε σε Σύνταγμα της Ουκρανικής Εθνοφρουράς. Το Τάγμα Αζόφ στη διάρκεια του οχταετούς πολέμου διέπραξε πλήθος φρικαλεοτήτων και ευθύνεται για μια πληθώρα εγκλημάτων πολέμου, όπως μαζικές σφαγές (π.χ. στο Σλαβιάνσκ), μαζικές λεηλασίες και στοχοποίηση κατοικιών αμάχων, παράνομες κρατήσεις και βασανιστήρια (κατά την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ), πλάι στα -επίσης- εγκλήματα πολέμου του ουκρανικού στρατού, όπως ο βομβαρδισμός αμάχων, η χρήση εμπρηστικών βομβών λευκού φωσφόρου κ.ά.

Στο δια ταύτα

Το γεγονός ότι όσα συνέβησαν στην Ουκρανία μετά το 2014 αποτέλεσαν την αφορμή που χρειαζόταν η Ρωσία για να υλοποιήσει μια τρομερά βαριά ατζέντα που δεν θα μπορούσε αλλιώς να υλοποιηθεί, δεν σημαίνει και ότι μπορούν να απαξιώνονται και  να αποκρύπτονται εντός της γενικόλογης αναφοράς στην ουκρανική κρίση, πολλώ δε μάλλον να λείπουν από κάθε συζήτηση που αφορά, όχι μόνο τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, αλλά και συνολικότερα τον κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό και τους ενδοαστικούς ανταγωνισμούς στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό. Γιατί τις «Πορτοκαλί Επαναστάσεις», τα «Μαϊντάν», την εμπλοκή των δυτικών Πρεσβειών και Μυστικών Υπηρεσιών, τα πογκρόμ, τις δολοφονίες, τις εξαφανίσεις, τη Σφαγή στο Κτίριο των Συνδικάτων στη Οδησσό και τον οχταετή πόλεμο των 14.000 νεκρών,

 Δεν τα ξεχνάμε, δε θα μπορούσαμε…

Scroll to Top