Το γαλλικό ντοκιμαντέρ «Το μονοπώλιο της βίας» του Νταβίντ Ντιφρέν, χρησιμοποιεί τη δύναμη της εικόνας αλλά και την ισχύ του διαλόγου, να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους η κρατική βία έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια σε όλη την Ευρώπη ως αντίδραση σε οποιαδήποτε κοινωνική διεκδίκηση και να αναρωτηθεί για το κατά πόσο νόμιμο είναι όλο αυτό.
Η εφαρμογή της φράσης «το κράτος κατέχει το μονοπώλιο στη νόμιμη χρήση βίας» του Μαξ Βέμπερ περιγράφει τον πυρήνα του ντοκιμαντέρ, που μιλά ουσιαστικά για όλη την Ευρώπη αλλά βάζει στο επίκεντρο τη Γαλλία, με αφορμή τις διαδηλώσεις των κίτρινων γιλέκων ενάντια στην καταπάτηση των εργασιακών κεκτημένων. Οι μαζικές διαδηλώσεις και πορείες του λαού στις μεγαλύτερες πόλεις της Γαλλίας αντιμετωπίζονται με βία από τις αστυνομικές αρχές, ξεχνώντας την όποια νομιμότητα και επιδεικνύοντας τη δύναμή τους.
Τα πλάνα του ντοκιμαντέρ είναι στην πλειοψηφία τους τραβηγμένα από κινητό τηλέφωνο, υποδηλώνοντας πως τίποτα από αυτά δεν μεταδίδονται στα ΜΜΕ, αλλά μέσα από προσωπικούς λογαριασμούς social media ανθρώπων που αποπειράθηκαν να τις καταγράψουν. Η ενημέρωση από τα αστικά μέσα ήταν εικόνες βίας με διαδηλωτές να κυνηγούν αστυνομικούς και να τους πετούν πέτρες, παραλείποντας πολύ συνειδητά τις βρισιές και το ξύλο από την πλευρά των αστυνομικών. Σκηνικό πολύ οικείο με την ενημέρωση στη χώρα μας. Πλέον, όμως, η αξιοποίηση της τεχνολογίας αναδεικνύει και την άλλη πλευρά, αυτή των διαδηλωτών.
Οι εικόνες από τις διαδηλώσεις στο δρόμο αντιπαρατίθενται με μια σειρά από talking heads, όπου πολίτες σε μαύρο φόντο μιλούν είτε για τις δικές τους εμπειρίες είτε για την ανάγκη μιας επαναδιαπραγμάτευσης της νομιμότητας της κρατικής βίας. Αναπτύσσονται συζητήσεις ανάμεσα σε πολίτες από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις και επαγγέλματα: εργάτες (ορισμένοι ακρωτηριασμένοι ή με μόνιμες βλάβες από την αστυνομική βία), φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι, ανώτεροι αξιωματικοί χωροφυλακής, συνδικαλιστές της αστυνομίας (ανώτατα στελέχη της εθνικής αστυνομίας είτε δεν ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση είτε δεν τους επιτράπηκε να μιλήσουν), ιστορικοί, καθηγήτριες, ψυχοθεραπεύτριες, μετανάστριες.
Η πιο δυνατή σκηνή του ντοκιμαντέρ είναι αυτή που συνέλαβαν 153 μαθητές που διαμαρτύρονταν για τις αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα και τους κράτησαν για ώρες όλους γονατιστούς. Ήταν μια εικόνα που σόκαρε πολλούς στην Ευρώπη, με τους μαθητές να χρησιμοποιούνται ως λάφυρο πολέμου. Αυτή η στιγμή ήταν η έμπνευση του αυθεντικού τίτλου της ταινίας «Un pays qui se tient sage», (μια χώρα που επιδεικνύει καλή συμπεριφορά) είναι αναφορά στην φράση «Voilà une classe qui se tient sage» (εδώ μια τάξη που επιδεικνύει καλή συμπεριφορά) που ακούγονταν από αστυνομικούς στις 6 Δεκεμβρίου 2018 στη σύλληψη των μαθητών.
Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν τα ερωτήματα και οι απαντήσεις που δίνονται από την ομάδα πολιτών που προβάλλονται, όπως «Η αστυνομία πολιτικοποιείται όλο και περισσότερο, η δικαιοσύνη θυσιάζεται από τους πολιτικούς», «Ποια τάξη προστατεύουν οι δυνάμεις της τάξης;», βάζοντας και εμάς τους ίδιους να δούμε τα γεγονότα ως πραγματικά έχουν, να εμβαθύνουμε και να αναρωτηθούμε αν η κρατική βία εφαρμόζεται με περισσότερους τρόπους πέραν της αστυνομικής αυταρχικότητας? Η επιβολή νέων μέτρων και μνημονίων, η κατάργηση κάθε εργατικού δικαιώματος, οι μειώσεις μισθών και οι απολύσεις, που εξασφαλίζουν όλο και χειρότερες συνθήκες διαβίωσης των εργαζομένων, καθώς και η κατάλυση δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, εντάσσονται στην κυβερνητική «βία»? Ο πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν χαρακτηριστικά είχε δηλώσει ότι «οι διαδηλωτές κατέστρεψαν, απείλησαν και χτύπησαν τις δυνάμεις της τάξης, δηλαδή τους ανθρώπους που σας προστατεύουν. Είναι απαράδεκτο να μιλάτε για “καταστολή και αστυνομική βία” σε ένα κράτος δικαίου». Με τη στάση της η γαλλική κυβέρνηση, αποσιωπά και κανονικοποιεί τα εγκλήματα αυτά, υπό το πρόσχημα της διαφύλαξης της δημοκρατίας.
Η βία καταδικάζεται από όπου κι αν προέρχεται? Ή μήπως όχι?
Σίγουρα δεν μπορεί να παραβλεφθεί το γεγονός πως η αστυνομική βία έχει πολιτική υπογραφή. Εξάλλου τα γεγονότα που παρουσιάζονται, δεν μας είναι άγνωστα, καθώς αντίστοιχος είναι ο τρόπος αντιμετώπισης των ελληνικών κυβερνήσεων σε διαδηλωτές και όσους αντιστέκονται. Επομένως, το αρχικό ερώτημα που τίθεται παραμένει: «Τελικά ποιος προστατεύει ποιον?»